Υποθέτω, υποθέτεις, υποθέτουμε, υποτίθεται…
Καθημερινά και με τον νόμο.
Υποθέτω πως με αγαπάς, υποθέτεις πως σε αγαπώ, υποθέτουμε πως αγαπιόμαστε,
υποτίθεται πως αληθεύει.
Υποτίθεται; Όχι… τίποτα δεν υποτίθεται.
Το λέει και η ίδια ετυμολογία του ρήματος:
ΥΠΟΘΕΤΩ => Εξετάζω κάτι ως ενδεχόμενο ή πιθανά αληθινό χωρίς όμως να υπάρχουν
στοιχεία ότι αληθεύει ή ότι σίγουρα θα επαληθευτεί μελλοντικά.
Πως λοιπόν θεωρούμε ότι ο άλλος το κατανοεί αυτό; Αν δεν του το αποδείξουμε;
Αν δεν το πράξουμε; Απλό παράδειγμα.
Διψάς και υποτίθεται ο άλλος θα σου φέρει νερό. Αν δεν στο φέρει αυτό το ρημάδι
το ποτήρι να σου δείξει ότι σε σκέφτηκε πως το θεωρείς δεδομένο;
Και κάθεσαι εκεί στην γωνία να ξεροσταλιάζεις. Συμπέρασμα;
Τα έχουμε αφήσει όλα να αιωρούνται και προσπαθούμε να τα “αρπάξουμε” από τις
υποθέσεις που κάνουμε. Από αυτά που πλάθουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας
και νομίζουμε ότι έτσι είναι.
Τίποτα δεν είναι έτσι, τίποτα δεν υποτίθεται, τίποτα δεν είναι δεδομένο.
Ας ξεκινήσουμε να εκφράζουμε μέσω των πραξεών μας τις προθέσεις μας και αυτά
που νιώθουμε και όχι να τα αφήνουμε να πλανώνται πλανήν οικτράν.
Μην αφήνουμε καμία ευκαιρία που μας δίνεται γιατί μας κάνει καλύτερους,
γιατί μαθαίνουμε να εξελισσόμαστε.
Ας μάθουμε να υποστηρίζουμε τα δικά ΜΑΣ υποτίθεται και ας απαιτήσουμε το
ίδιο και από τους άλλους. Γίνεται πιο εύκολο μετά. Έχουμε την πρωτιά…
Άννα Νικολέτου